- ισοκράτης
- (Αθήνα 436 – 338 π.Χ.). Αθηναίος ρήτορας. Καταγόταν από εύπορη οικογένεια του δήμου Ερχιάς (κοντά στα σημερινά Σπάτα), όπου ο πατέρας του είχε εργαστήριο κατασκευής αυλών. Δέχτηκε επιμελημένη αγωγή, αποφασιστικός σταθμός της οποίας υπήρξε η μαθητεία του στη Θεσσαλία, κοντά στον Γοργία. Η ζωή και η δραστηριότητά του συνέπεσαν, και από ορισμένες πλευρές συνδέθηκαν, με μία κρίσιμη περίοδο του αρχαίου κόσμου: γεννήθηκε στην ακμή της κλασικής Αθήνας και πέθανε μετά τη μάχη της Χαιρώνειας.
Έως το 390 π.Χ. φαίνεται πως άσκησε το επάγγελμα του λογογράφου, έγραφε δηλαδή με πληρωμή λόγους για να τους χρησιμοποιήσουν άλλοι στα δικαστήρια (ο ίδιος το αρνήθηκε αργότερα). Στην περίοδο αυτή πρέπει να τοποθετηθούν ο λόγος Περί τουζεύγους, γραμμένος για τον γιο του Αλκιβιάδη, ο Αιγηνιτικός (λόγος σε δικαστήριο της Αίγινας για μία υπόθεση κληρονομιάς), ο Τραπεζιτικός (για μία περίπτωση παρακαταθήκης) και οι τρεις δικανικοί: Κατά Καλλιμάχου, Κατά Λοχίτου και Κατά Ευθύνου (ο τελευταίος μόνο σε σχεδίασμα).
Αργότερα ίδρυσε την περίφημη σχολή του, που λειτούργησε επί πενήντα χρόνια. Μαθητές του υπήρξαν πολλοί ρήτορες, πολιτικοί, ιστορικοί και ποιητές. Ο Κικέρων την παρομοίασε με Δούρειο Ίππο που έκρυβε σπουδαίους ήρωες. Η τέχνη της ρητορικής απέκτησε νέες διαστάσεις, με αποτέλεσμα η επίδρασή της (στην αγωγή και στη λογοτεχνία) να προχωρήσει πολύ πέρα από την αρχαιότητα.
Τις προγραμματικές αρχές της σχολής του ανέπτυξε ο Ι. στον λόγο του Κατά των σοφιστών (390 π.Χ.) και τις επανέλαβε και στον Περί αντιδόσεως, τον οποίο έγραψε σε προχωρημένη ηλικία. Ακολούθησαν ύστερα έργα πολεμικής (Βούσιρις, εναντίον του σοφιστή Πολυκράτη· Ελένη, εναντίον των εριστικών φιλοσόφων, στους οποίους συμπεριλαμβάνει τον Πλάτωνα και τους άλλους σωκρατικούς). Αργότερα, ο Ι. διατύπωσε με συνέπεια την πολιτική του σκέψη σε μία περίοδο που διήρκεσε σαράντα έτη (χωρίς να ασχοληθεί ποτέ ενεργά με την πολιτική), κατά τα οποία η ρητορική έγινε κήρυκας των πανελλήνιων ιδεωδών της εσωτερικής ομόνοιας και της συνένωσης όλων των ελληνικών πόλεων εναντίον των Περσών, χωρίς παράλληλα να τον αφήνει αδιάφορο και η μορφή του αθηναϊκού πολιτεύματος. Για την πραγματοποίηση αυτού του ιδεώδους της ενότητας (που τον απασχόλησε όσο ζούσε) έβλεπε κατά καιρούς διάφορες λύσεις. Στον Πανηγυρικό (380 π.Χ.) εξήρε τα πολιτιστικά και πολεμικά επιτεύγματα και τα ιστορικά δικαιώματα της Αθήνας και συμβούλευε να ενωθούν οι Έλληνες υπό την αρχηγία Αθήνας-Σπάρτης. Στον Πλαταϊκό (373; π.Χ.) υπεράσπιζε το πρόγραμμα της Αθηναϊκής συμμαχίας εναντίον της Θήβας. Όμως, είχε ήδη αρχίσει να στρέφει την προσοχή του σε μεμονωμένα άτομα και όχι σε πόλεις. Ακολούθησαν οι τρεις λόγοι προς τους Έλληνες βασιλιάδες της Σαλαμίνας της Κύπρου (Προς Νικοκλέα, Νικοκλής, Ευαγόρας) και ύστερα στράφη
κε προς τον Αλέξανδρο των Φερών, τον Διονύσιο των Συρακουσών και τον Αρχίδαμο της Σπάρτης. Απογοητευμένος από τις μάταιες εκκλήσεις, απευθύνθηκε στους συμπολίτες του με τους λόγους Περί Ειρήνης και Αρεοπαγητικό, συμβουλεύοντάς τους να εγκαταλείψουν την τυραννία για την ηγεμονία και να δώσουν μεγαλύτερη ισχύ στον Άρειο Πάγο. Στον Περί αντιδόσεως υπεράσπιζε ολόκληρη τη ζωή του ως δασκάλου και εξυμνούσε τον Τιμόθεο ως παράδειγμα ηγεμονίας απαλλαγμένης από την τυραννία. Το 346 –και ξανά το 344 π.Χ. – ο Ι. επικαλέστηκε τον Φίλιππο της Μακεδονίας, αλλά μάταια. Στον Παναθηναϊκό, τελευταίο του λόγο (τον έγραψε σε ηλικία 94 ή 97 ετών), εξέφρασε την απογοήτευσή του και διακήρυξε πάλι την πίστη του στις ελληνικές πόλεις, ιδίως στην Αθήνα. Κατά την παράδοση, πέθανε από θεληματική ασιτία λίγες μέρες μετά τη μάχη της Χαιρώνειας (338 π.Χ.), από λύπη για την καταστροφή της πατρίδας του.
Πέρα από τον ρόλο του ίδιου ως ένθερμου θεωρητικού της ενότητας των ελληνικών πόλεων, η ρητορική σχολή του Ι. αποτέλεσε μεγάλο σταθμό κατά τον 4ο αι. π.Χ., ο οποίος χαρακτηρίστηκε από την ακμή της ρητορικής τέχνης. Η επίδραση της σχολής προχώρησε πολύ πέρα από την αρχαιότητα και η ρητορική τοποθετήθηκε πλέον στη βάση της παιδείας, συναγωνιζόμενη ακόμη και την ποίηση. Οι ρήτορες εφάρμοζαν πλέον μια τέχνη, που τελειοποίησε τον λόγο και υποδείκνυε στα άτομα τις κατάλληλες ενέργειες, λαμβάνοντας τον χαρακτήρα διδασκαλίας.
Προτομή του Αθηναίου ρήτορα Ισοκράτη (Βίλα Άλμπανι, Ρώμη).
* * *ο1. (βυζ. μουσ.) αυτός που με τη φωνή του κρατά το ίσο κατά την ψαλμωδία2. μουσ. ο παρατεταμένος, συνήθως χαμηλός, φθόγγος από τον οποίο διέρχονται ποικίλες σύμφωνες ή ξένες συγχορδίες.[ΕΤΥΜΟΛ. < ἰσ(ο)-* + -κράτης (< κράτος), πρβλ. αριστο-κράτης, φαυλο-κράτης. Η λ. μαρτυρείται από το 1869 στον Παναγ. Ρομπότη].
Dictionary of Greek. 2013.